Μετά την προκήρυξη Διεθνούς Αρχιτεκτονικού διαγωνισμού, δύο φάσεων, για το Νέο Κυπριακό Μουσείο στις 16 Σεπτεμβρίου 2016 και μέσα από 129 συμμετοχές, πριν λίγες ημέρες ανακοινώθηκαν οι 3 επικρατέστερες αρχιτεκτονικές προτάσεις. Οι τρεις (3) Αρχιτέκτονες / Αρχιτεκτονικά Γραφεία που επιλέχθηκαν για το Πρώτο, Δεύτερο και Τρίτο Βραβείο του Διαγωνισμού είναι οι ακόλουθοι:
• THEONI XANTHI – ΕΛΛΆΔΑ - ΠΡΏΤΟ ΒΡΑΒΕΊΟ
• PEDRO PITARCH ALONSO – ΙΣΠΑΝΙΑ ΔΕΥΤΕΡΟ ΒΡΑΒΕΙΟ
• PAUL KALOUSTIAN – ΛΙΒΑΝΟΣ - ΤΡΙΤΟ ΒΡΑΒΕΙΟ
Η νικητήρια πρόταση για το Νέο Κυπριακό Μουσείο ανήκει στο γραφείο Theoni Xanthi_ XZA Architects.
Η αρχιτεκτονική πρόταση προσέγγισε το περιεχόμενο της μόνιμης έκθεσης διαχωρίζοντάς το σε τρεις χωρικές και νοηματικές ενότητες. Τον Τόπο που διηγείται την Προϊστορία, από την πρώιμη κατοίκηση του νησιού μέχρι την εποχή του Λίθου και του Χαλκού, τη Θάλασσα, που αναφέρεται στη αδιάλειπτη σχέση του νησιού με το θαλάσσιο στοιχείο και τον Κόσμο που διηγείται τους Ιστορικούς χρόνους των Κυπριακών βασιλείων μέχρι τη Ρωμαϊκή εποχή και το τέλος της Αρχαιότητας.
Οι τρεις αυτές ενότητες παρήγαγαν την ιδέα των τριών διακριτών όγκων, των “θησαυρών” κατά την αρχαία ελληνική έννοια, των κτισμάτων δηλαδή που φυλάσσουν το πολύτιμο περιεχόμενο των συλλογών.
Η Τοποθεσία του μουσείου είναι ένα ενδιάμεσο ανάμεσα στις πράσινες και αστικές ζώνες της πόλης. Και έτσι το μουσείο έχει τη δυνατότητα με έναν ευρύ αστικό και περιβαλλοντικό σχεδιασμό, να λειτουργήσει ενοποιητικά και να συμβάλλει καθοριστικά στην αναδιάταξη και αναβάθμιση του αστικού περιβάλλοντος της Λευκωσίας.
Η πρόθεσή μας για την ανάδειξη των ευρημάτων από την εκσκαφή και το παρελθόν στο φως και τον παρόντα χρόνο, οδήγησε και στην ανάδυση του μουσείου.
Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός νέου περιβάλλοντος που το συνθέτουν τρεις οριζόντιες ζώνες.
Η πάνω ζώνη με το αιωρούμενο σώμα του μουσείου,
Η ενδιάμεση ζώνη που δέχεται την πόλη και
Η ζώνη του εδάφους που παραλαμβάνει τις καθημερινές λειτουργίες.
Πρόκειται για τη νέα Στρωματογραφία του χώρου.
Η διαίρεση σε κατακόρυφες και οριζόντιες ζώνες και η πλαστική επεξεργασία του εδάφους οδήγησαν στο Μουσειολογικό, τον Αστικό και τον Λειτουργικό σχεδιασμό.
Τρεις διακριτοί όγκοι και τρία οριζόντια επίπεδα
Το επίπεδο της Πόλης, το επίπεδο του Ποταμού και το επίπεδο του Υπεδάφους
Οργανώνουν τη διάρθρωση του κτιρίου. Με τον ίδιο τρόπο αρθρώθηκε ο Βιοκλιματικός σχεδιασμός και η Στατική δομή του κτιρίου.
Οι υπερυψωμένοι όγκοι παρακολουθούν τις μακρές φυγές του περιβάλλοντος και πλάθονται για να προσαρμοστούν στο τριγωνικό οικόπεδο και στις γειτνιάσεις.
Τα διαμήκη κενά μεταξύ τους επιτρέπουν τις φυγές ανάμεσα στην πόλη και το ποτάμι.
Το βιοκλιματικό στέγαστρο ορίζει τον κενό χώρο και την είσοδο του κτιρίου.
Η υπερύψωση των όγκων επιτρέπει να ελευθερωθεί το επίπεδο του εδάφους για να διαμορφωθεί ο μεγάλος δημόσιος χώρος της πόλης.
Πινακίδες που παρουσιάστηκαν κατά την πρώτη φάση του διαγωνισμού.
Στο πρώτο επίπεδο το City level, μια αλληλουχία διαβαθμισμένων ποιοτήτων επιτρέπει τη βίωση του κτιρίου με διαφορετικούς τρόπους. Αρχίζει με την Κεντρική πλατεία που αναφέρεται και στο κοινοβούλιο, συνεχίζει με την υπαίθρια περιοχή της στεγασμένης εισόδου που εξελίσσεται σε ένα κατακόρυφο αίθριο. Η είσοδος ανάμεσα σε δύο αίθρια επιτρέπει τις φυγές μέχρι τη φυτεμένη πλατφόρμα των υπαίθριων εκθέσεων, που καταλήγει στο νέο πάρκο του ποταμού. Προς τη Νεχρού, ένα γραμμικό πάρκο αποτελεί το άμεσο περιβάλλον της βιβλιοθήκης και του Department of Antiquities.
Στο δεύτερο επίπεδο, το River level, μια μικρή ισόγεια πόλη συσπειρώνεται γύρω από το αίθριο του μουσείου, που εκβάλλουν το εστιατόριο, οι περιοδικές εκθέσεις και η βιβλιοθήκη. Αυτό εκτείνεται με τον δρόμο των Λειτουργών (τον πλαισιώνουν η Διοίκηση και το Dep. Of Antiquities) προς το ποτάμι. Ενώ τα Εργαστήρια σε μια πιο ήσυχη και προστατευμένη περιφέρεια με διαμπερή φυσικό φωτισμό και δικές τους μικρές ημιυπαίθριες αυλές έχουν την καθημερινότητά τους. Στο κέντρο ο εκπαιδευτικός κήπος των παιδιών. Περίπατοι και πολιτιστικές διαδρομές φτάνουν μέχρι την κοίτη του ποταμού.
Η προσβασιμότητα είναι μελετημένη τόσο από τους ποδηλατόδρομους όσο και από τα υπαίθρια και υπόγεια πάρκινγκ, ώστε απρόσκοπτα να προσεγγίζεται από τους επισκέπτες, την τροφοδοσία και της βοηθητικές υπηρεσίες εξυπηρέτησης.
Στο δώμα του μεσαίου όγκου υπάρχει το roof garden εστιατόριο που μπορεί να λειτουργεί ανεξάρτητα και είναι ταυτόχρονα το Belvedere της πόλης.
Η κατασκευή του μουσείου έρχεται να συνδυάσει την τεχνολογική ακρίβεια και την παραμετροποίηση του κελύφους με την γήινη υπόσταση της υφής και την εικόνα του πλαστικού τεχνήματος, γεγονός που καθορίζει εντελει τη μοναδικότητα της μορφικής και αισθητικής του παρουσίας.
Η στατική επίλυση απελευθερώνει τον ισόγειο χώρο από υποστυλώματα, επιτρέποντας την ελεύθερη διάταξη του ισογείου αποδίδοντας τον στην πόλη και ταυτόχρονα απελευθερώνει από υποστυλώματα τους εκθεσιακούς χώρους επιτρέποντας την άνετη και ευέλικτη διάταξη του περιεχομένου των εκθέσεων.
Ο βιοκλιματικός - ενεργειακός σχεδιασμός του κτιρίου αξιοποίησε τα κλιματικά δεδομένα με έμφαση στο φυσικό δροσισμό του κτιρίου και τη δημιουργία σκιασμένων και δροσερών χώρων στο άμεσο περιβάλλον του μουσείου, χώρων συνάντησης, ανάπαυσης και άνετης παραμονής. Το διπλό κέλυφος των όγκων , ένα φωτοβολταϊκό σύστημα μεγάλης αποδοτικότητας και ένα μηχανολογικό σύστημα προοδευτικής παρακολούθησης των μεταβολών του περιβάλλοντος ενίσχυσαν την ενεργειακή απόδοση.